Σάββατο 21 Απριλίου 2012
French Presidential Elections: Surprises and Causes
Με αφορμή τις αυριανές Προεδρικές Εκλογές στη Γαλλία αλλά και την άνοδο των δυνάμεων της Άκρας Δεξιάς στην Ελλάδα και αλλού, σας παρουσιάζω ένα άρθρο που είχα δημοσιεύσει πριν δέκα χρόνια στο ηλεκτρονικό περιοδικό ISMproject για τις Γαλλικές Προεδρικές Εκλογές του 2002, τότε που ο ακροδεξιός υποψήφιος, Jean-Marie Le Pen, είχε προκριθεί στον δεύτερο γύρο αποκλείοντας τον σοσιαλιστή υποψήφιο Lionel Jospin.
French Presidential Elections 2002: Surprises and Causes
By Dora Giannaki
Research Student at Queen Mary-University of London
The surprise success of Jean-Marie Le Pen, the veteran far-right leader, in the first round of the French presidential elections on the 21st of April has been rightly described as a ‘political earthquake’. The metaphor is particularly pertinent since the shockwaves have been felt throughout Europe. Monsieur Le Pen with 16.86 % of the vote, defeated the Prime Minister, Lionel Jospin – who polled just 16.18 % – and guaranteed his participation in the second-round runoff with President Jacques Chirac. This increase in the support for the extreme right – almost 20 % of the electorate voted for either Le Pen or his former ally, Bruno Megret, in opposition to the 15.5 % they polled together in the 1995 presidential elections – has been accompanied by a considerable increase in the support for the far left; indeed, the three Trotskyite candidates took together more than 11 % of the vote. All these factors undoubtedly contributed to the humiliating defeat of Lionel Jospin despite the, by many accounts, positive performance of his coalition government during the past five years (his innovative social policies included the introduction of a 35 hour week and a major job creation scheme for young people – leading to a considerable decrease in unemployment - and the extension of free welfare and universal health coverage to the most disadvantaged in French society).
The first reaction to these events was surprise and, in many cases, shock. Is, however, the phenomenon of the increasing support for the extreme political parties in France something accidental and inexplicable? In recent years, the dominant doxa is that the so-called ‘triumph of the market’ and the advances of globalisation create the conditions for a transcendence of the left/right divide and the development of a more consensual form of politics. Political debate focuses on the so-called political centre. This urge of the mainstream (left or right) governing parties to occupy the centre of the political spectrum is bound to lead, however, to increasing ideological convergence. It seems that this ‘consensus at the centre of politics’ is one of the basic factors that explain the emergence of extreme parties in Europe – including the rise and electoral success of the National Front in France. As Chantal Mouffe argues, ‘…[t]he specificity of modern democracy lies in the recognition and the legitimation of conflict and the refusal to suppress it through the imposition of an authoritarian order…A well functioning democracy calls for a vibrant clash of democratic political positions’. When this is missing the danger is that democratic confrontation will be replaced by a confrontation between non-negotiable moral values, by the moralization of politics. Furthermore, ‘too much emphasis on consensus, together with aversion towards confrontations, leads to apathy and to disaffection with political participation’. Most crucially, ‘another, perhaps more worrying, consequence of the same phenomenon is the increasing role played by extreme right-wing parties’(1).
Mouffe’s point sounds revealing, but does it capture the intricacies of the French situation? It seems that it does. First of all, the political manifesta of the two main rivals, that is, Chirac’s Mon engagement pour la France and the Je m’engage of Jospin, were of comparable scope; both political programmes emphasized the same issues (taxation, employment, growth, pensions) by proposing, more or less, similar solutions. At least this was the way the two campaigns were perceived by the electorate. In this respect, it is worth considering an opinion poll published in the French newspaper Liberation on 22 March, according to which 75 % of the French voters did not discern any major differences between the two political programmes (2). Furthermore, the disaffection from ‘the consensual form of politics’ and the concomitant political apathy of the French becomes evident when we take into account the abstention rate that reached 28 %, a record in the history of the French presidential elections (the previous highest abstention rate was 22, 4 % in the first round of the presidential elections of 1969).
On the other hand, in their electoral campaigns, neither Chirac nor Jospin payed considerable attention to certain important issues preoccupying the French public: notably, immigration and the growing economic and political power of the EU. Mainstream political parties of the French centre-left and centre-right did not address the above issues in detail because they believed that all debate on ‘immigration is racist and that serious criticism of the EU is nationalist’(3). In fact, the debate on Europe ‘was not discussed at all during the presidential campaign – clear proof that internal political debate is a dead duck in France’(4). As a consequence, both issues have been pushed to the margins, left to the extremists who seized the opportunity to present them in a distorting light: Le Pen focused on them by opposing immigration (directly linking it to the increase in crime and urban violence) and by objecting to the participation of France in the European Union and to the effects of what he calls ‘euro-globalisation’.
The result of the presidential elections was thus to be expected. When crucial issues are left outside the central political scene and consensus reigns in most discussions of the issues included, any political force breaking this ‘regime of truth’ – to use Michel Foucault’s expression – is likely to benefit by attracting the disaffected strata of the electorate. To summarize, important reasons for the success of the far right in France seem to be the blurring of the left/right division, the implicit consensus between the mainstream political parties, and the downplaying of some key issues. It is these conditions that allowed the populist National Front in France as well as other extremist political parties in Europe – such as the Freedom Party in Austria, the Lijst Pim Fortuyn in the Netherlands, The Danish People’s Party, and the Vlaams Blok in Belgium – to appear as anti-Establishment political forces representing the ‘real’ will of people.
1. C. Mouffe, ‘The Radical Centre-A Politics Without Adversary’, in Soundings, No.9, (1998), pp.13-15.
2. Liberation, 22 March, 2002, p. 2
3. A. Applebaum, ‘French Twist. Le Pen terrifies Europe by violating its political taboos’, http://slate.msn.com/?id=2064643 (date accessed 23 April, 2002).
4. J. M. Colombani, ‘Nothing but Shame for Shocked French’, Editorial from Le Monde, reprinted in The Guardian Weekly, 25 April, 2002, p. 29.
Τρίτη 10 Απριλίου 2012
«Εξαιρετικές» Πολιτικές (για τη Νεολαία) για «Εξαιρετικές» Εποχές
Τα δύο τελευταία χρόνια η χώρα μας βιώνει την δυσκολότερη στιγμή της σύγχρονης ιστορίας της. Βρίσκεται σε μια ιδιότυπη κατάσταση, κάτι που στην πολιτική επιστήμη θα ονομάζαμε «κατάσταση εξαίρεσης» ή «κατάσταση έκτακτης ανάγκης», στο πλαίσιο της οποίας λαμβάνονται σκληρά μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης που, μεταξύ άλλων, συμπεριλαμβάνουν τον δραστικό περιορισμό του Δημοσίου.
Από τις πολιτικές αυτές δεν κατάφερε να γλιτώσει ούτε ο Τομέας της Νεολαίας, ο οποίος έτσι κι αλλιώς υπολειτουργούσε πάντοτε στην Ελλάδα – με εξαίρεση, ίσως, τη δεκαετία του ’80 όπου η ίδρυση της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς συνοδεύτηκε με την εισαγωγή πληθώρας προγραμμάτων και σημαντικών παροχών για τους νέους. Έτσι, τον Αύγουστο που μας πέρασε, μάθαμε ότι στους οργανισμούς του Δημοσίου που πρόκειται να συγχωνευθούν ή να καταργηθούν θα συμπεριληφθούν τόσο το Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας – μετά από 60, περίπου, χρόνια λειτουργίας – όσο και το Ινστιτούτο Νεολαίας. Η εξέλιξη αυτή ενδέχεται να αποτελεί τον πρώτο κρίκο σε μια αλυσίδα μελλοντικών ενεργειών που θα αποδομούν τον δημόσιο χαρακτήρα των πολιτικών για τους νέους, εξέλιξη που προκύπτει σχεδόν «αναγκαστικά» εξαιτίας της δεινής οικονομικής κατάστασης της χώρας αλλά που δεν συνάδει καθόλου με τις αυξημένες ανάγκες των σημερινών νέων για στοχευμένες κοινωνικές και άλλες πολιτικές.
Σε μια περίοδο που η ανεργία των νέων αυξάνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και μαζί με αυτήν και ο κοινωνικός αποκλεισμός τους, φαινόμενα βίας σαν αυτά που συνέβησαν τον περασμένο Αύγουστο στο Λονδίνο θα είναι πλέον στην ημερήσια διάταξη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Και μάλλον θα είναι δικαιολογημένα. Διότι πώς αλλιώς να αντιδράσει ένας νέος όταν δεν έχει πρόσβαση στην εργασία; Πώς να αντιδράσει όταν κλείνει γι’ αυτόν η πόρτα της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, όπως συνέβη στη Βρετανία μετά τον τριπλασιασμό των διδάκτρων που επέβαλε η κυβέρνηση των Συντηρητικών; Όπως ανέφερε ο διάσημος κοινωνιολόγος Zygmunt Bauman σε πρόσφατο άρθρο του, στη μετανεωτερική κοινωνία η κατανάλωση αποτελεί έναν τρόπο κοινωνικής ενσωμάτωσης. Οι νεαροί εξεγερθέντες του Λονδίνου, κλέβοντας κινητά τηλέφωνα και trendy αθλητικά παπούτσια, βρήκαν στην ουσία έναν τρόπο για να «συμμετάσχουν» σε μια κοινωνία που τους αγνοεί και τους αποκλείει.
Όλη αυτή η ριζοσπαστικοποίηση των νέων θα επαναφέρει μοιραία στο προσκήνιο την κλασσική διαμάχη που διέπει τον γενικότερο σχεδιασμό πολιτικών για τη Νεολαία διαχρονικά: Από τη μια πλευρά βρίσκουμε πολιτικές που εδράζονται στην ιδέα ότι η Νεολαία συνιστά απειλή για την κοινωνία – και, μάλιστα, παρακμιακή –, με τους νέους να παραμένουν επιρρεπείς στη διακινδύνευση με όρους κοινωνικής παθογένειας. Από την άλλη βρίσκουμε πολιτικές που βασίζονται στην άποψη ότι η Νεολαία αποτελεί ελπίδα για τη βελτίωση του κοινωνικού συστήματος, παράγοντα προόδου, πειραματισμού, δεκτικότητας και δημιουργίας. Απέναντι σ’ αυτή τη διαμάχη, δεν υπάρχουν μέσες λύσεις. Οφείλουμε να πάρουμε καθαρή θέση: να συνταχθούμε, δηλαδή, με την πλευρά των νέων.
Σε μια εποχή που το κράτος περιορίζει τις πολιτικές του για τη Νεολαία, τη στιγμή, ακριβώς, που οι νέοι τις έχουν ανάγκη περισσότερο από ποτέ, τότε ακριβώς είναι που οι τοπικές κοινωνίες, οι οργανώσεις εθελοντών, η Κοινωνία Πολιτών οφείλουν να αναλάβουν ενεργό και ουσιαστική δράση. Ιδού το στοίχημα για τον Τομέα της Νεολαίας. Θα το κερδίσουμε;
* Το παρόν κείμενο αποτελεί μέρος άρθρου μου σε τοπική εφημερίδα της Θεσσαλονίκης.
Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012
Πρόγραμμα Νέοι Περιηγητές στην Αθήνα: Ανοιχτή Πρόσκληση Συμμετοχής
Η sarcha (School of ARCHitecture for All), στο πλαίσιο του προγράμματός της "Νέοι Περιηγητές στην Αθήνα", προσκαλεί νέους ηλικίας 18-32 ετών να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους για να εργαστούν από κοινού σε μια προσπάθεια καταγραφής, κατανόησης, ανάδειξης και ανάταξης των αστικών πόρων της περιοχής που διαβιούν, με στόχο την παραγωγή ενός νέου και διαφορετικού οδηγού περιήγησης της Αθήνας που θα έχει σχεδιαστεί από τους ίδιους τους νέους με βάση τον τρόπο που αυτοί βιώνουν την πόλη. Σε μια σειρά συναντήσεων-σεμιναρίων, όσοι λάβουν μέρος στο πρόγραμμα θα έχουν την ευκαιρία να συνεργαστούν για το σχεδιασμό διαδρομών και την οργάνωση ανοικτών περιηγήσεων, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν στις 17 και 18 Μαρτίου 2012 με τη συμμετοχή ευρύτερου νεανικού -και όχι μόνο- κοινού κατόπιν ανοιχτής πρόσκλησης.
Το πρόγραμμα έχει ως βασικό στόχο να προσφέρει μια διέξοδο στη νεανική δημιουργικότητα - ειδικά αυτή την δύσκολη περίοδο για την χώρα όπου κυριαρχεί η απογοήτευση και η νεολαία έρχεται αντιμέτωπη με την αυξανόμενη ανεργία και τον κοινωνικό αποκλεισμό - φέρνοντας σε επαφή νέους από διαφορετικά εκπαιδευτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά υπόβαθρα και, ιδίως, νέους με λιγότερες ευκαιρίες (όπως, νέοι άνεργοι, μετανάστες, με ειδικές ικανότητες, πρώην παραβάτες ή εξαρτημένοι, κλπ.), προωθώντας έτσι την αλληλοκατανόηση, την αλληλοϋποστήριξη, και την συνεργασία μεταξύ τους.
Προθεσμία υποβολής αίτησης συμμετοχής στο πρόγραμμα: 24 Φεβρουαρίου 2012
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφθείτε τον ακόλουθο ιστότοπο: http://athenstravelers.wordpress.com/
Μάθετε περισσότερα για την sarcha εδώ: http://sarcha.gr/About.aspx
Σάββατο 23 Ιουλίου 2011
Με Αφορμή το Μακελειό στη Νορβηγία: 'Ενα Φάντασμα Πλανιέται πάνω από την Ευρώπη, αυτό της Ακροδεξιάς
Χθες ολόκληρος ο κόσμος συνταράχθηκε από το μακελειό στη Νορβηγία.
Ένας νέος άνθρωπος, ο 32χρονος Anders Behring Breivik, φέρεται ως δράστης δύο πρωτοφανών επιθέσεων - σε κυβερνητικά κτίρια στο Όσλο και στην κατασκήνωση της νεολαίας του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος στο νησάκι Οτόγια - που άφησαν πίσω τους πάνω από 90 νεκρούς, μεταξύ των οποίων πολλούς νέους και παιδιά. Όπως αναφέρουν τα διεθνή μέσα, ο δράστης κινούνταν σε ακροδεξιούς χώρους, εξέφραζε εθνικιστικές θέσεις και ήταν εναντίον των μεταναστών και της πολυπολιτισμικότητας.
Όσο η οικονομική κρίση βαθαίνει και η ανεργία αυξάνει τόσο τέτοιου είδους φαινόμενα θα πληθαίνουν. Διότι είναι πάντα πιο εύκολο να κατηγορούμε τους "άλλους", τους "ξένους", τους "διαφορετικούς" για τις ανεπάρκειες της δικής μας κοινωνίας. Για αυτό χρειάζεται να παραμένουμε συνεχώς σε εγρήγορση.
Με αφορμή όλα αυτά, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας μια βιβλιοκριτική που είχα γράψει το 2005 στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία αναφορικά με το βιβλίο του Paul Hainsworth Η Ακροδεξιά: Ιδεολογία - Πολιτική - Κόμματα.
PAUL HAINSWORTH (ΕΠΙΜ.)
Η Ακροδεξιά: Ιδεολογία - Πολιτική - Κόμματα
ΜΤΦΡ.: ΘΑΝΑΣΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ
«ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ»
ΣΕΛ. 549, ΕΥΡΩ 30
Ενα από τα πιο ανησυχητικά πολιτικά φαινόμενα της εποχής μας είναι αδιαμφισβήτητα η άνοδος της νέας άκρας δεξιάς στην Ευρώπη. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τον τεράστιο αντίκτυπο που είχε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ο αποκλεισμός του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος από το δεύτερο γύρο των τελευταίων προεδρικών εκλογών εξαιτίας της εκλογικής επιτυχίας του Jean-Marie Le Pen και του Εθνικού Μετώπου; 'Η τη συμμετοχή ακροδεξιών κομμάτων σε κυβερνήσεις συνεργασίας -όπως του Αυστριακού Κόμματος Ελευθερίας του Jorg Haider; Πιο πρόσφατο παράδειγμα, τα αποτελέσματα των περιφερειακών εκλογών στη Γερμανία.
Ο παρών συλλογικός τόμος, υπό την επιμέλεια του Paul Hainsworth, μελετά με ιδιαίτερα διεξοδικό τρόπο το φαινόμενο της νέας άκρας δεξιάς, τόσο στη Δυτική Ευρώπη όσο και στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού -δηλαδή στην κεντρο-ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια- αλλά και τις ΗΠΑ. Στα δεκατρία κεφάλαια του βιβλίου, γραμμένα από έγκριτους πολιτικούς επιστήμονες, εξετάζονται η ιδεολογία, ο προγραμματικός λόγος καθώς και η οργανωτική δομή -τα κομματικά χαρακτηριστικά- των ακροδεξιών κομμάτων.
Πώς μπορούμε, κατ' αρχάς, να ορίσουμε την ακροδεξιά; Σε αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει με συνθετικό τρόπο η εισαγωγή του επιμελητή. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Hainsworth, η ακροδεξιά αποτελεί μια «πολύπλοκη αλχημεία», μια «ευρύτερη πολιτική οικογένεια, τα συστατικά μέρη της οποίας εμφανίζουν ορισμένα κοινά στοιχεία, τα οποία μπορούν, επίσης, να διαιρεθούν σε υπο-τύπους» (σελ. 49). Τα χαρακτηριστικά εκείνα τα οποία εμφανίζονται περισσότερο κεντρικά από άλλα στην ανάλυση της ακροδεξιάς είναι ο εθνικισμός και η έμφαση στην εθνική ταυτότητα, η ξενοφοβία και ο ρατσισμός, ο λεγόμενος «σοβινισμός της κοινωνικής πρόνοιας», η απόρριψη της δημοκρατίας (στην ουσία, τα ακροδεξιά κόμματα μπορούν να θεωρηθούν κόμματα που απορρίπτουν τα κόμματα, δηλαδή «αντι-κομματικά κόμματα») και η υποστήριξη ενός ισχυρού κράτους «με έμφαση στο νόμο, την τάξη και την ασφάλεια» (σελ. 57). Επιπλέον, όπως σημειώνει η Βασιλική Γεωργιάδου στον ιδιαίτερα διαφωτιστικό πρόλογό της στην ελληνική έκδοση, τα κόμματα της άκρας δεξιάς θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και «αυθεντικά νεο-λαϊκιστικά», διότι συγχωνεύουν στον πολιτικό τους λόγο αντιφατικά στοιχεία και αποκλίνοντα συμφέροντα εν ονόματι ενός οργανικά ενωμένου λαού, αλλά και διότι «εκφράζουν μια βαθύτερη προσδοκία υπέρβασης της σχάσης μεταξύ της "λυτρωτικής" και της "ρεαλιστικής" διάστασης της δημοκρατίας» (σελ. 23, 24).
Σε ό,τι αφορά τον πολιτικό λόγο των ακροδεξιών κομμάτων, πρόκειται για εθνικιστικό λόγο, ο οποίος εκφέρεται πάντοτε με τρόπο ιδιαίτερα επιθετικό, σοβινιστικό και ιστορικά επιλεκτικό. Στο πλαίσιο αυτό η ακροδεξιά αντιτίθεται στη μετανάστευση και την πολυ-πολιτισμικότητα, εμπνεόμενη από «εθνοκεντρικές, περιοριστικές και συχνά έκδηλες φυλετικές αναπαραστάσεις του έθνους» (σελ. 59). Ο λόγος της διαπνέεται επίσης από έναν σοβινισμό κοινωνικής πρόνοιας, που πρεσβεύει ότι τα αγαθά και τα επιδόματα που παρέχει το κράτος πρέπει να διαφυλάσσονται μόνο για τους ντόπιους ή να διανέμονται κατά προτεραιότητα σ' αυτούς, σε παρέκκλιση από την αρχή της ισότητας για όλους τους πολίτες. Συχνά, μάλιστα, οι μετανάστες και οι αλλοδαποί γίνονται το εξιλαστήριο θύμα για όλα τα κοινωνικά δεινά -οικονομική ύφεση, εγκληματικότητα, πτώση του επιπέδου των δημόσιων υπηρεσιών σε τομείς όπως η υγεία και η εκπαίδευση, πολιτισμική υποβάθμιση κ.τ.λ.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι τα ζητήματα της μεταναστευτικής πολιτικής και του σοβινισμού της κοινωνικής πρόνοιας αποτέλεσαν σε αρκετές περιπτώσεις το εφαλτήριο για την εκλογική επιτυχία πολλών ακροδεξιών κομμάτων μιας και βρήκαν ιδιαίτερη απήχηση ανάμεσα στους μη κατέχοντες, στην εργατική τάξη και τους νέους, αλλά και στις κατώτερες μεσαίες τάξεις και εκείνους που ζουν σε υποβαθμισμένες περιοχές. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις ακροδεξιών κομμάτων, με έντονα αντιμεταναστευτικό πολιτικό λόγο και με σημαντική απήχηση στους ψηφοφόρους είναι, μεταξύ άλλων, εκείνες του Lijst Pim Fortuyn στην Ολλανδία, του Vlaams Blok στο Βέλγιο, του Front National στη Γαλλία. Καθεμιά από τις περιπτώσεις αυτές εξετάζεται σε επιμέρους κεφάλαιο του τόμου, στον οποίο η οργάνωση των κεφαλαίων διαρθρώνεται με βάση κατ' αρχήν γεωγραφικά και ιστορικοπολιτικά κριτήρια.
Πώς εξηγείται όμως η συνεχιζόμενη άνοδος της άκρας δεξιάς κατά την τελευταία δεκαετία; Η νέα άκρα δεξιά εμφανίζεται ως μια «παθολογία των σύγχρονων βιομηχανικών κοινωνιών», ως ένα είδος ακραίας κοινωνικής αντίδρασης «απέναντι στις άνισες συνέπειες του οικονομικού εκσυγχρονισμού και του μετα-βιομηχανισμού, που αφήνουν πίσω τους αρκετούς χαμένους» (σελ. 16). Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η άνοδος της άκρας δεξιάς αποτελεί ένα είδος διαμαρτυρίας ή αντίδρασης στην παγκοσμιοποίηση και τις συνέπειές της. Ωστόσο, η εκλογική επιτυχία της νέας άκρας δεξιάς δεν συναρτάται μόνον από τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης αλλά και από την αδυναμία των υφιστάμενων μετριοπαθών πολιτικών κομμάτων να αντιμετωπίσουν αυτές τις συνέπειες. Σε αντίθεση μάλιστα με τα κόμματα του κέντρου, τα οποία αφήνουν εσκεμμένως εκτός ατζέντας κάποια «ευαίσθητα» πολιτικά ζητήματα -όπως η μετανάστευση, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η αυξανόμενη οικονομική και πολιτική ισχύς της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε βάρος του έθνους-κράτους -και διαμορφώνουν συναινετικές πολιτικές που τα καθιστούν μη διακρινόμενα στα μάτια των ψηφοφόρων, τα κόμματα της άκρας δεξιάς υιοθετούν έναν διακριτό, ξεχωριστό, εθνολαϊκιστικό, πολιτικό λόγο, στον οποίον και οφείλεται η απήχησή τους στο εκλογικό σώμα (βλ. σχετικά και την αντίστοιχη θεώρηση της Chantal Mouffe). Πιο συγκεκριμένα, υιοθετούν τον οικονομικό προστατευτισμό, στρέφονται ενάντια στη μετανάστευση, την πολυπολιτισμικότητα και την παγκοσμιοποίηση, ενώ απορρίπτουν τους διεθνείς οργανισμούς ως θεσμικές εκφράσεις της παγκοσμιοποίησης -στο πλαίσιο αυτό απορρίπτουν ή ασκούν αυστηρή κριτική και στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Συμπερασματικά, ο παρών τόμος συνιστά ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο ερμηνείας του φαινομένου της νέας άκρας δεξιάς, απαραίτητο όχι μόνο σε εκείνους που μελετούν επιστημονικά το φαινόμενο αλλά και σε όλους όσοι επιθυμούν να κατανοήσουν τη σημερινή διεθνή πολιτική πραγματικότητα. Απαραίτητο ίσως για κάθε πολίτη στο βαθμό που οι πολιτικές επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, της εντεινόμενης μετανάστευσης, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας δεν πρόκειται να μετριαστούν στο άμεσο μέλλον και είναι ήδη ορατές οι προκλήσεις που θέτουν στην ευρωπαϊκή, αλλά και την ελληνική κοινή γνώμη.
ΝΤΟΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/01/2005
Πηγή: Εφημερίδα Ελευθεροτυπία, http://archive.enet.gr/online/online_issues?pid=51&dt=14/01/2005&id=41159680
Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011
Επέκταση του Προγράμματος της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς "Νομική Βοήθεια για Νέους"
Η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σε συνεργασία με τον Ειδικό Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, κ. Μ. Χάλαρη, προχώρησε προσφάτως σε επέκταση του γνωστού Προγράμματος "Νομική Βοήθεια για Νέους" προσθέτοντας στις θεματικές του και τις εργασιακές σχέσεις.
Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας, το πρόγραμμα θα καλύπτει πλέον και υποθέσεις που αφορούν σε:
(α) εργασιακά ζητήματα ανηλίκων, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του νόμου για την εργασία κάτω των 18 ετών,
(β) όλες τις εργασιακές διαφορές για νέους 18-24 ετών, και
(γ) συμφιλιωτική διαδικασία για την επίλυση των αναφυόμενων ατομικών ή συλλογικών διαφορών εργασίας ενώπιον ΣΕΠΕ (Ν.2639/98 αρθρ.7ιδ και ΠΔ 136/99 αρθρ.9 1ε, 2γ, 2ιστ) για νέους εργαζόμενους 18-30 ετών.
Πρόκειται, πραγματικά, για μια πολύ θετική πρωτοβουλία, η οποία μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά στην προστασία των νέων εργαζομένων, ειδικά σε μια εποχή σαν τη σημερινή που οι εργασιακές σχέσεις ελαστικοποιούνται. Ας ελπίσουμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλες παρόμοιες δράσεις που θα στοχεύουν στα πραγματικά προβλήματα της Νεολαίας.
Περισσότερες πληροφορίες για το συγκεκριμένο πρόγραμμα μπορείτε να βρείτε στην ακόλουθη σύνδεση: http://www.neagenia.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=RESOURCE&cresrc=140&cnode=48&cuser=49ACC0E9-08B0-48F1-97DC-8BBDEB3A5364
Πηγή: Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς
Θεαματική η Αύξηση της Ανεργίας των Νέων στην Ευρώπη: Η Ελλάδα στην Τρίτη Θέση
Από όλους τους ζοφερούς δείκτες της οικονομικής κρίσης, ο πιο αποκαρδιωτικός είναι αυτός της ανεργίας των νέων. Όπως φαίνεται στο γράφημα που δημοσίευσε πρόσφατα το περιοδικό The Economist, η ανεργία των νέων στην Ευρώπη σημείωσε θεαματική άνοδο κατά το τελευταίο έτος (περίοδος 2010-2011). «Πρωταθλήτρια» στη νεανική ανεργία αναδείχθηκε η Ισπανία των indignados με το ποσοστό των νέων ανέργων να φτάνει στο 43%, ενώ ακολουθούν η Κροατία με 38% και η Ελλάδα με 37%.
Αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι η νεανική ανεργία είναι υψηλή τόσο σε χώρες με προστατευόμενες αγορές εργασίας, όσο και σε χώρες με πιο απελευθερωμένες και απορυθμισμένες εργασιακές σχέσεις.
O Economist εκτιμά ότι πιο ελαστικές μορφές εργασίας – οι οποίες προωθούνται αυτή την περίοδο σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες – θα δώσουν τη δυνατότητα σε περισσότερους νέους να εισέλθουν στην αγορά εργασίας (κυρίως, με τη μορφή της μερικής απασχόλησης). Προς την κατεύθυνση αυτή υποτίθεται ότι θα λειτουργήσουν και οι πρόσφατες ρυθμίσεις στη χώρα μας που αφορούν στις προσλήψεις νέων με χαμηλότερες αμοιβές: είτε με συμβάσεις μαθητείας με αμοιβή στο 80% του κατώτατου μισθού – περί τα 590 ευρώ –, είτε νεοεισερχομένων με αμοιβή στο 70%- 85% του κατώτατου μισθού – δηλαδή 518-629 ευρώ μεικτά – ανάλογα με την ηλικία. Μένει να δούμε κατά πόσον θα επαληθευτούν οι «αισιόδοξες» αυτές εκτιμήσεις…
Πηγή: Περιοδικό The Economist, 5/7/2011
Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011
Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς: Η Υποβάθμιση ενός Καινοτόμου Θεσμού
Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στον συλλογικό τόμο Η Ελλάδα στη Δεκαετία του '80 - Κοινωνικό, Πολιτικό και Πολιτισμικό Λεξικό, των Β. Βαμβακά και Π. Παναγιωτόπουλου (επιμελ), Εκδόσεις Πέρασμα, Αθήνα 2010, σελ. 76-79.
Δέκα χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, που σηματοδοτεί εμβληματικά το πέρασμα από την «πειθαρχημένη» νεολαία των μεταπολεμικών χρόνων στο δρών κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο της μεταπολιτευτικής περιόδου, η ίδρυση της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς αποτέλεσε μια από τις θεσμικές καινοτομίες που εισήγαγε η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Είχε προηγηθεί, έναν χρόνο πριν, η ίδρυση Υφυπουργείου Νέας Γενιάς και Αθλητισμού. Στο πλαίσιο του εν λόγω υφυπουργείου ιδρύθηκε το 1983 και η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, η οποία αρχικά υπαγόταν στο Υπουργείο Πολιτισμού ενώ σήμερα υπάγεται στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.*
Η ριζοσπαστική αυτή θεσμική πρωτοβουλία συνδυάστηκε με την προσδοκία ενός νέου περιεχομένου πολιτικής, ενός νέου στυλ και ύφους, μοντέρνου και αντικομφορμιστικού, στους αντίποδες δηλαδή της παραδοσιακής πολιτικής συμπεριφοράς. Στο πλαίσιο αυτό, τα θέματα του πλουραλισμού, της ελεύθερης πολιτιστικής έκφρασης και αυτονομίας και, γενικότερα, μιας διαφορετικής εικόνας της εξουσίας κυριάρχησαν την πρώτη αυτή περίοδο. Αδιαμφισβήτητα, σημαντικό ρόλο στην προώθηση αυτού του μοντέρνου προφίλ του νέου κυβερνητικού οργανισμού, διαδραμάτισε η προσωπικότητα του Κώστα Λαλιώτη, ο οποίος άσκησε τα καθήκοντα Υφυπουργού Νέας Γενιάς και Αθλητισμού την περίοδο 1982-1985 (άλλα πρόσωπα που υπηρέτησαν στη Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς σε διάφορες θέσεις κατά την δεκαετία του ’80, υπήρξαν οι Άννα Διαμαντοπούλου, Πέτρος Κωστόπουλος, Μαρία Αρσένη, Πέτρος Ευθυμίου, Στέφανος Μανίκας, Γιώργος Σεφερτζής και άλλοι. Σημαντική, εξάλλου, σε θέματα νεολαίας υπήρξε και η παρουσία τoυ Γιώργου Παπανδρέου από τη θέση του Υφυπουργού Πολιτισμού).
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δημιουργία ενός κυβερνητικού φορέα για τη νεολαία είχε ήδη προαναγγελθεί στο περίφημο εκλογικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ, Συμβόλαιο με το Λαό, το 1981: «Το ΠΑΣΟΚ, έχοντας ήδη δείξει όλη του την εμπιστοσύνη και εκτίμηση προς τη νέα γενιά με την ισότιμη ένταξη της νεολαίας στην οργάνωσή του, θα αντιμετωπίσει με ολοκληρωμένη πολιτική τα προβλήματα της νέας γενιάς… Με ιδιαίτερη προσοχή θα εξετασθούν οι δυνατότητες και οι προϋποθέσεις για την ελεύθερη έκφραση της πολιτιστικής δημιουργίας, καθώς και για την ουσιαστική κάλυψη του ελεύθερου χρόνου των νέων, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο. Η ίδρυση νέου Υπουργείου για τη Νέα Γενιά, την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου και για τον Αθλητισμό, θα ανοίξει καινούργιους ορίζοντες για τον άνθρωπο…».
Πράγματι, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. της πρώτης περιόδου απέδιδε ιδιαίτερη σημασία στην έννοια του ελεύθερου χρόνου και στην ορθή διαχείρισή του ως κρίσιμου παράγοντα για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας, την κοινωνικοποίηση, την ανάπτυξη των ενδιαφερόντων και των δεξιοτήτων των νέων. Η άποψη αυτή ακολουθεί την σύγχρονη αντίληψη περί νεότητας που έχει ως βάση της την έννοια της νεανικής κουλτούρας, σύμφωνα με την οποία η νεότητα καταλαμβάνει μια αυτόνομη κοινωνική περιοχή που χαρακτηρίζεται από έντονη γενεαλογική συνείδηση και συγκρούσεις με το κοινωνικό περιβάλλον. Ειδικότερα, οι χώροι της νεανικής κουλτούρας ερμηνεύονται ως ζώνες αυτό-έκφρασης και αυτό-κοινωνικοποίησης όπου οι νέοι μαθαίνουν να εκφράζουν τον εαυτό τους, καθώς και να διαχειρίζονται τις σχέσεις τους με τους ομηλίκους τους και την ευρύτερη κοινωνία. Υπό το πρίσμα αυτό, η πολιτεία θεώρησε ότι η ανάπτυξη πολιτικών για τον ελεύθερο χρόνο δεν είναι πολυτέλεια αλλά θεμελιώδες δικαίωμα των νέων ανθρώπων στο μέτρο που η αξιοποίηση αυτού του χρόνου αποδεικνύεται κομβική για την ποιότητα ζωής και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας των νέων. Βεβαίως, στο πλαίσιο του ύστερου καπιταλισμού, η όλη προβληματική της νεανικής κουλτούρας δεν είναι καθόλου άσχετη με την ανάπτυξη της νεανικής αγοράς, της πολιτιστικής βιομηχανίας και των ΜΜΕ γενικότερα.
Με βάση τον μεταγενέστερο Οργανισμό της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, ως βασική αρμοδιότητά της ορίζεται «η συμβολή στη διασφάλιση και προώθηση των δικαιωμάτων των νέων ανθρώπων στη ζωή, αναγνωρίζοντας πως η Νέα Γενιά αποτελεί το μέλλον και την προοπτική ανάπτυξης της πατρίδας μας, με αναγκαία την εξασφάλιση των όρων και των μέσων που προσδιορίζουν τον ρόλο της Ιστορικά, Κοινωνικά, Οικονομικά και θεσμικά». Στο πλαίσιο αυτό, η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς καλείται να λειτουργήσει σε τρία επίπεδα ως:
- Τράπεζα ιδεών και παραγωγός προτάσεων, πολιτικών και προγραμμάτων για τους νέους.
- Κρίκος διαλόγου με τους φορείς των νέων και με τους φορείς που ασχολούνται με τη νεολαία.
- Συντονιστής των επιμέρους πολιτικών της κυβέρνησης για τη νεολαία, όπως αυτές αρθρώνονται από τα διάφορα Υπουργεία και άλλους κρατικούς φορείς.
Για την εκπλήρωση του ρόλου της, η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς αποτελείται από τις ακόλουθες υπηρεσίες:
- Το Γραφείο του Γενικού Γραμματέα που εξασφαλίζει τη γραμματειακή εξυπηρέτησή του και οργανώνει την επικοινωνία του με άλλες κρατικές υπηρεσίες και τους πολίτες.
- Τη Διεύθυνση Αναπτυξιακών Πρωτοβουλιών Απασχόλησης, η οποία επεξεργάζεται θέματα που συνδέονται με την ένταξη της νεολαίας στην παραγωγική και αναπτυξιακή πορεία του τόπου.
- Τη Διεύθυνση Κοινωνικής Συμμετοχής, η οποία ασχολείται με θέματα παιδείας, κοινωνικής συμμετοχής, κοινωνικής πολιτικής και ελεύθερου χρόνου των νέων.
- Τη Διεύθυνση Πληροφόρησης, Εκδηλώσεων και Διεθνούς Συνεργασίας.
- Τη Διεύθυνση Οργάνωσης, Προγραμματισμού και Μελετών.
- Τη Διεύθυνση Διοικητικού-Οικονομικού.
Η πρώτη περίοδος της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς θα μπορούσε να αποτιμηθεί θετικά αφού συνδυάστηκε με μια πολιτική σημαντικών παροχών προς τους νέους με ευρεία απήχηση, όπως ο κοινωνικός τουρισμός, η εκπτωτική κάρτα νέων και η ενίσχυση του θεσμού των δωρεάν εισιτηρίων προς όλους τους νέους για την παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων. Παράλληλα, δημιουργήθηκε μεγάλος αριθμός Κέντρων Νεότητας σε όλη την χώρα, ιδρύθηκε το Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας και συστάθηκε δίκτυο πολιτιστικών οργανώσεων νέων. Την ίδια περίοδο η γραμματεία ανέπτυξε προγράμματα θεατρικής, μουσικής και εικαστικής παιδείας στα σχολεία, συμμετείχε στο θεσμό της Biennale Νέων Καλλιτεχνών – μάλιστα, ανέλαβε τη διοργάνωση της 2ης Biennale στη Θεσσαλονίκη, το 1986 –, διοργάνωσε το περίφημο διεθνές Rock in Athens Festival με τη συμμετοχή νεανικών συγκροτημάτων από όλη την Ευρώπη και εισήγαγε τον θεσμό των «Εβδομάδων Νεολαίας» στην Περιφέρεια.
Σε επίπεδο ευρωπαϊκής και διεθνούς πολιτικής, ψηφίστηκε ο Καταστατικός Χάρτης των Δικαιωμάτων της Νέας Γενιάς, το νησί της Χάλκης καθιερώθηκε ως Διεθνές Κέντρο Ειρήνης και Φιλίας των Νέων όλου του κόσμου και αναπτύχθηκαν, για πρώτη φορά, προγράμματα ανταλλαγών με νέους της Ευρώπης. Στο ίδιο πλαίσιο, και με πρωτοβουλία του Γιώργου Παπανδρέου, έλαβε χώρα στην Ελλάδα το 1ο Άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Νεολαίας των χωρών της Ε.Ο.Κ. Άλλες δράσεις της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς αφορούσαν προγράμματα προληπτικής ιατρικής και εκστρατείες ενημέρωσης των νέων σε θέματα ψυχικής και σωματικής υγιεινής, τη δημιουργία τηλεφωνικού κέντρου ψυχολογικής υποστήριξης, αλλά και προγράμματα ενίσχυσης παραγωγικών πρωτοβουλιών νέων, όπως υποστήριξη επιχειρήσεων νέων επιστημόνων, προώθηση νεανικών συνεταιρισμών, στήριξη νέων αγροτών, κτλ.
Όλες αυτές οι πρωτοβουλίες συνδυάστηκαν με αντίστοιχα κυβερνητικά μέτρα από άλλους κρατικούς φορείς όπως η ίδρυση και ενίσχυση των μαθητικών κοινοτήτων για την προαγωγή της δημοκρατικής συμμετοχής, η εισαγωγή προγραμμάτων μαζικού-λαϊκού αθλητισμού, η ανάπτυξη εξειδικευμένων πολιτιστικών, επιμορφωτικών και αθλητικών δραστηριοτήτων σε ιδρύματα αγωγής ανηλίκων, ο πολλαπλασιασμός των προγραμμάτων επαγγελματικού προσανατολισμού και ταχύρρυθμης επαγγελματικής εκπαίδευσης, η επέκταση του δικτύου των συμβουλευτικών κέντρων και των κέντρων απεξάρτησης από τα ναρκωτικά, κτλ.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 όμως, η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς εισήλθε σε μια φθίνουσα πορεία υποβάθμισης που οδήγησε σε μερική απαξίωση του ρόλου της και στον χαρακτηρισμό της ως αμφιλεγόμενου μηχανισμού διανομής επιχορηγήσεων κρατικών πόρων και ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Είναι χαρακτηριστικό, ότι σε πρόσφατη έρευνα το 56.4% των νέων δεν γνώριζε καν την ύπαρξη της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, γεγονός το οποίο καταδεικνύει την αποτυχία καταξίωσης του θεσμού ανάμεσα στους νέους.
Στις αιτίες που ερμηνεύουν την χαμηλή δημοφιλία του θεσμού μετά τη δεκαετία του ’80 θα μπορούσαν να περιληφθούν οι εξής:
- Η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς αναλώθηκε σχεδόν αποκλειστικά σε δραστηριότητες και προγράμματα διαχείρισης του ελεύθερου χρόνου μη δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα σε άλλα, οξυμένα προβλήματα της νεολαίας, όπως π.χ. στην ανεργία και στις γενικότερες δυσκολίες κοινωνικής ένταξης των νέων.
- Δεν λειτούργησε ποτέ ως συντονιστικό όργανο των υπόλοιπων κυβερνητικών φορέων σε ότι αφορά τις πολιτικές για τη νεολαία, με αποτέλεσμα η κυβερνητική πολιτική για τους νέους να είναι κατακερματισμένη, αποσπασματική, και, για τον λόγο αυτό, μη αναγνωρίσιμη από τους νέους και την κοινή γνώμη.
- Πολλά από τα προγράμματα της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς σταμάτησαν πρόωρα ενώ άλλα υπολειτούργησαν απαξιώνοντας τον θεσμό.
Παρόλα αυτά, τα τελευταία χρόνια η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς αναζητά το νέο της ρόλο αναλαμβάνοντας κάποιες καινούργιες πρωτοβουλίες. Ο χρόνος μόνον θα δείξει εάν αυτός ο ρόλος θα είναι «δεύτερος» ή «πρωταγωνιστικός», εάν δηλαδή θα δικαιώσει τις αυξημένες προσδοκίες που συνόδευσαν την ίδρυσή της.
Ντόρα Γιαννάκη
Βιβλιογραφία - Πηγές
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ: www.neagenia.gr
Δεμερτζής Ν. και Σταυρακάκης Γ., Νεολαία: Ο Αστάθμητος Παράγοντας;, Αθήνα: Πολύτροπον, 2008.
Η Ελλάδα Κάτω από τα 30: Πρόγραμμα Δράσης-Η Νέα Γενιά στην Πρώτη Θέση, Αθήνα: Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Δεκέμβριος 1998.
Η Νέα Γενιά στην Ελλάδα Σήμερα, Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Εφαρμοσμένης Επικοινωνίας-Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2005.
Η Πολιτική για τους Νέους Σήμερα, Αθήνα: Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, 1997.
Προεδρικό Διάταγμα 274/1989.
Συμβόλαιο με το Λαό, Αθήνα: Γραφείο Εκδόσεων ΚΕ.ΜΕ.ΔΙΑ, ΠΑ.ΣΟ.Κ.
* Την περίοδο συγγραφής αυτού του άρθρου, η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς ανήκε στο τότε Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων το οποίο στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Μετά τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης τον Σεπτέμβριο του 2010, η Γραμματεία πέρασε κάτω από την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Φαίνεται ότι ο τελευταίος ανασχηματισμός (Ιούνιος 2011) θα φέρει τη Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς και πάλι στο Υπουργείο Παιδείας...
Μολονότι ο οργανικός χώρος της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς είναι, πράγματι, το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, θεωρώ ότι η προσωρινή "μεταφορά" της στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης θα μπορούσε να έχει σηματοδοτήσει την έναρξη μιας καινούργιας εποχής για τη Γραμματεία. Μιας εποχής που η Γραμματεία θα άλλαζε ρότα και θα τοποθετούσε στο επίκεντρο των δράσεών της την κοινωνική ενσωμάτωση των νέων αναλαμβάνοντας νέες δράσεις για την καταπολέμηση της ανεργίας, την προώθηση της απασχόλησης, την παροχή περισσότερων ευκαιριών δια βίου μάθησης, τη στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας, την προαγωγή της νεανικής δημιουργικότητας και καινοτομίας, τη δημιουργία νέων μορφών πρόνοιας με τη σύμπραξη της κοινωνίας πολιτών, την συγκρότηση στοχευμένων προγραμμάτων μη τυπικής και άτυπης μάθησης σε τομείς που ενδιαφέρουν τους νέους, κτλ.
Για το θέμα, όμως, της αποτίμησης αυτού του πειράματος θα επανέλθω σύντομα με άλλη ανάρτηση.
Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας 2014: Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο και Ιβάνοβο στους Tελικούς Φιναλίστ
Το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Νεολαίας ανακοίνωσε πρόσφατα την τελική τριάδα υποψήφιων πόλεων που θα συμμετάσχουν στην τελική διαδικασία ανάδειξης της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Νεολαίας 2014. Πρόκειται για τη Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο Κρήτης και το Ιβάνοβο της Ρωσίας.
Η τελική επιλογή θα πραγματοποιηθεί το διάστημα 18-20 Νοεμβρίου 2011 στην Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας 2012, την Μπράγκα της Πορτογαλίας, όπου οι τρεις υποψήφιες πόλεις θα παρουσιάσουν τις τελικές προτάσεις τους και η νικήτρια πόλη θα παραλάβει το χρίσμα για το 2014.
Στην Επιτροπή που θα επιλέξει την Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας 2014 συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, το Κογκρέσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης, η Επιτροπή Πολιτισμού και Εκπαίδευσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή των Περιφερειών, το Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Δήμων και Περιφερειών, η Συμβουλευτική Επιτροπή Νέων του Συμβουλίου της Ευρώπης το Πορτογαλικό Συμβούλιο Νεολαίας, το Τοπικό Συμβούλιο Νεολαίας της Μπράγκα, κτλ.
Όπως έχω αναφέρει και σε προηγούμενη ανάρτησή μου, η υποψηφιότητα της πόλης της Θεσσαλονίκης αξίζει να υποστηριχθεί θερμά. Θεωρώ ότι ο θεσμός της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Νεολαίας θα δώσει την ευκαιρία στη Θεσσαλονίκη να προβάλλει ένα εξωστρεφές και σύγχρονο Ευρωπαϊκό πρόσωπο, φέρνοντας στο προσκήνιο τα καυτά ζητήματα που απασχολούν τους νέους σε μια εποχή έντονης αβεβαιότητας και ρίσκου – σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο –, αναδεικνύοντας όμως τη νεολαία όχι «ως μια προβληματική κοινωνική κατηγορία» αλλά ως παράγοντα κοινωνικής μεταβολής και προόδου.
Από την αρχή κιόλας της κατάθεσης της υποψηφιότητάς της Θεσσαλονίκης, η αρμόδια Ομάδα διεκδίκησης του τίτλου οργάνωσε μια ενδιαφέρουσα επικοινωνιακή καμπάνια. Στο πλαίσιο αυτό, και χρησιμοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η Ομάδα δημιούργησε σχετική σελίδα (page) στο facebook μέσω της οποίας ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους (http://www.facebook.com/Thessaloniki2014). Οι χειριστές της σελίδας πληροφορούν σε καθημερινή βάση το κοινό για εκδηλώσεις και γεγονότα που σχετίζονται με την υποψηφιότητα της πόλης, αλλά και για άλλες δραστηριότητες που μπορεί να ενδιαφέρουν τους νέους.
Στο πλαίσιο αυτό και με γνώμονα την ανάγκη για μια όσο το δυνατόν περισσότερο ολοκληρωμένη και μεστή επικοινωνιακή καμπάνια, θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη και τα εξής:
- Οι αναρτήσεις στην εν λόγω σελίδα γίνονται σχεδόν πάντοτε στην ελληνική γλώσσα. Προφανώς, είναι σημαντικό να ενημερώνεται το ελληνικό κοινό. Ωστόσο, δεν θα αποφασίσουμε εμείς, στην Ελλάδα, για το αν η Θεσσαλονίκη αξίζει να αναδειχθεί σε Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας 2014, αλλά οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι εταίροι μας και, ειδικότερα, τα συμβούλια νεολαίας των άλλων ευρωπαϊκών χωρών και, γενικότερα, οι νέοι όλης της Ευρώπης. Συνεπώς, είναι απολύτως απαραίτητο το μεγαλύτερο μέρος των αναρτήσεων στη σελίδα να είναι στην αγγλική γλώσσα (ή ακόμη και στην γαλλική και γερμανική).
- Σχεδόν όλα τα δημοσιεύματα στη συγκεκριμένη σελίδα αφορούν σε πολιτιστικές εκδηλώσεις και σε δραστηριότητες διαχείρισης ελεύθερου χρόνου. Γιατί; Πιστεύω ότι θα ήταν χρήσιμο να ενταχθούν στο πρόγραμμα των δραστηριοτήτων διεκδίκησης και εκδηλώσεις «άλλου τύπου» που να ενδιαφέρουν περισσότερους νέους. Σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης σαν τη σημερινή όπου οι διαθέσιμοι πόροι είναι ελάχιστοι, είναι σημαντικό να διοργανώνονται δράσεις με πραγματική –προστιθέμενη- αξία για τη νεολαία αναδεικνύοντας τα φλέγοντα προβλήματα της ανεργίας, της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας πέρα από τα ξεπερασμένα κλισέ του lifestyle.
- Γιατί οι χειριστές της σελίδας δεν κάνουν πιο διαδραστική την επικοινωνία με το κοινό; Καλή η ενημέρωση, αλλά κάποια στιγμή καταντάει βαρετή, ειδικά για τους νεότερους.
Αυτά προς το παρόν. Θα επανέλθω στο θέμα με νεότερη ανάρτηση.
Για περισσότερες πληροφορίες για τις τρεις φιναλίστ μπορείτε να δείτε την σχετική ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Νεολαίας: http://www.youthforum.org/index.php?option=com_content&view=article&id=1056%3Athree-shortlisted-cities-one-title-european-youth-capital-2014&catid=25%3Anews&Itemid=30&lang=en
Κυριακή 24 Απριλίου 2011
Θεσσαλονίκη: Υποψήφια Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας 2014
Ο θεσμός της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Νεολαίας είναι μια πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Νεολαίας που στηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ξεκίνησε το 2009 από το Ρόττερνταμ της Ολλανδίας. Το 2010 ο θεσμός φιλοξενήθηκε στο Τορίνο, φέτος στην Αμβέρσα, το 2012 στην Μπράγκα, ενώ το 2013 στο Μάριμπορ.
Η χώρα μας, έδειξε από την αρχή ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον συγκεκριμένο θεσμό με το Ηράκλειο Κρήτης να διεκδικεί τον τίτλο της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Νεολαίας για το 2012. Μολονότι η πόλη του Ηρακλείου συμπεριλήφθηκε στις τρεις καλύτερες υποψηφιότητες, δεν κατάφερε τελικώς να κερδίσει τον τίτλο.
Φέτος, μια ακόμη ελληνική πόλη, η Θεσσαλονίκη, έρχεται να διεκδικήσει τον τίτλο της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Νεολαίας, αυτή τη φορά για το 2014. Στο πλαίσιο αυτό, και για τις ανάγκες διεκδίκησης του τίτλου, ο Δήμος Θεσσαλονίκης δημιούργησε μια ομάδα εθελοντών, η οποία σε συνεργασία με την Αντιδημαρχία Νεολαίας-Αθλητισμού & Εθελοντισμού, θα έχουν την συνολική ευθύνη προώθησης και στήριξης της υποψηφιότητας της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Ως θεματική του 2014 επιλέχθηκε η έννοια "Χρόνος". Ειδικότερα, όπως αναφέρει η ομάδα διεκδίκησης, "με τη λέξη και την έννοια του χρόνου θέλουμε να εκφράσουμε ταυτόχρονα την ιστορική διαδρομή της πόλης και το ρόλο της στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης, την προοπτική και την εξέλιξή της καθώς και τη μετάβασή της στην κοινωνική αναγέννησή της. Το 2014 θα έχουμε μια μεγάλη σειρά από δράσεις που θα υλοποιηθούν πάνω σε τέσσερις άξονες. Δημιουργία, συμμετοχή, ειδικές κοινωνικές ομάδες, νέα κοινωνικά κινήματα. Θέλουμε με τον τρόπο αυτό να ορίσουμε τόσο ένα περίγραμμα δράσεων και παρεμβάσεων όσο και το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αναλάβουμε πρωτοβουλίες ως δήμος έτσι ώστε το 2014 να μπορέσουμε να έχουμε την πόλη και τους νέους της έτοιμους να υποδεχτούν δράσεις ευρωπαϊκής και διεθνούς κλίμακας".
Η πρωτοβουλία του Δήμου Θεσσαλονίκης είναι πραγματικά αξιέπαινη και είναι ενθαρρυντικό ότι η υποψηφιότητα έχει ήδη αγκαλιαστεί με θέρμη από πληθώρα φορέων της πόλης. Αδιαμφισβήτητα, η παρουσία του Γιάννη Μπουτάρη σε όλη αυτή τη διαδικασία είναι καταλυτική. Προσωπικά, είμαι πολύ αισιόδοξη και πιστεύω ότι, τελικώς, η Θεσσαλονίκη θα κερδίσει το στοίχημα.
Η μεγάλη, όμως, πρόκληση για την πόλη θα έρθει αμέσως μετά την απονομή του τίτλου: Το πως δηλαδή θα σχεδιαστεί και θα υλοποιηθεί η Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας. Κατά την άποψή μου, η ομάδα ανάληψης του έργου της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Νεολαίας ίσως θα έπρεπε να λάβει υπόψη τα εξής:
- Να μην αναλωθεί η Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας σε φιέστες πολιτιστικού και μόνον χαρακτήρα - κάτι σύνηθες, τουλάχιστον μέχρι πρότινος, για την Θεσσαλονίκη - αλλά να ανοίξει "καυτά" θέματα που απασχολούν τη νεολαία σήμερα, όπως τα ζητήματα της ανεργίας, της κοινωνικής ένταξης, της πολυπολιτισμικότητας, της ενδοσχολικής βίας, των εξαρτήσεων, της παραβατικότητας, κτλ.
- Οι δραστηριότητες του θεσμού να προάγουν τη συμμετοχή όχι μόνο κάποιων οργανωμένων ομάδων νέων που αποτελούν τη μειοψηφία, αλλά ευρύτερων -μη οργανωμένων- ομάδων της ελληνικής και ευρωπαϊκής νεολαίας.
- Τέλος, μιας και η έννοια του χρόνου αποτελεί κεντρικό θέμα της ελληνικής υποψηφιότητας, γιατί δεν επεκτείνεται η χρήση του και σε άλλα θέματα πέραν της ιστορίας της πόλης; Και αναφέρομαι στον κύκλο της ζωής του ανθρώπου, τη διαγενεακή δικαιοσύνη και το διάλογο μεταξύ των γενεών.
Αυτά προς το παρόν! Θα επανέλθω και πάλι στο θέμα. Καλή επιτυχία στην υποψηφιότητα της Θεσσαλονίκης.
Περισσότερες πληροφορίες για την υποψηφιότητα της Θεσσαλονίκης μπορείτε να βρείτε στον ακόλουθο σύνδεσμο: http://www.thessaloniki2014.eu/info.html
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)